ἀθηναϊκῶν, τῶν
Ερμηνεία:
[αθηναϊκός, -ή, ό (αυτός που ανήκει ή προέρχεται από την πόλη των Αθηνών, από την Αθήνα. Βλ. Αθήνας]
Ετυμολογία:
Aθηναϊκός, -ή, ό < Αθηνά. Κατά τον πλατωνικό φιλόσοφο Κρατύλο το όνομα Αθηνά ετυμολογείται από το Α-θεο-νόα (το α είναι αθροιστικό), δηλαδή η νόηση του Θεού (Κρατυλ. 407b). Αυτή η εξήγηση θεωρείται παρετυμολογική. Επιστημονικά το θεωνύμιο Αθηνά θεωρείται
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
…με το ἀνακάτωμα ἀθηναϊκών ἀναμνήσεων…[Άσπρη σαν το χιόνι]
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|